Επίλογος

      Οι εμπειρίες όλων των ανθρώπων που έζησαν για κάποιο διάστημα στα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, αλλά και νωρίτερα, είναι τρομερές και αλησμόνητες. 

      
      Ο προβληματισμός μου όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν, ήταν αν οι αντίπαλοι του Χίτλερ σ’ αυτό τον πόλεμο, γνώριζαν την μοίρα των αιχμαλώτων τους και αν επεδίωξαν να τους ελευθερώσουν, έτσι ώστε να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα τους. Η προσωπική μου άποψη, μέσα απ’ όλα αυτά που έζησα, ήταν ότι τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη δεν είχαν γνώση των συνθηκών διαβίωσης των αιχμαλώτων. Σε αντίθετη περίπτωση, τουλάχιστον έτσι πίστευα, θα έπρεπε να κάνουν ένα σοβαρό διάβημα διαμαρτυρίας, ή μια προσπάθεια να τους δώσουν την ελευθερία τους. Για το λόγο αυτό μελέτησα όσα βιβλία μπόρεσα να βρω στα ελληνικά βιβλιοπωλεία και αφορούσαν το Χίτλερ, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τη γενικότερη κατάσταση που επικρατούσε στη Γερμανία τα χρόνια 1937-1945. Στην συνέχεια παραθέτω με συντομία τα αποτελέσματα της έρευνάς μου που οφείλω να ομολογήσω, ότι με κατέπληξαν.
 

Ο Χίτλερ με τα μέλη της πρώτης Κυβέρνησής του, 30/01/1933
      Ο Χίτλερ έγινε καγκελάριος του γερμανικού κράτους το  1933[1]. Οι σκέψεις του για τις «κατώτερες κοινωνικές ομάδες (Πολωνούς, Ρομά, Ρώσους, Εβραίους, ομοφυλόφιλους, μάρτυρες του Ιεχωβά)» και την «ανωτερότητα» του γερμανικού έθνους[2] ήταν γνωστά και διατυπωμένα από τον ίδιο σε πολλές ομιλίες του, σε μικρό ή μεγάλο κοινό. Οι προθέσεις του ήταν ξεκάθαρες, πολλά χρόνια πριν την έναρξη του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου.  
     
      Η μεγάλη αντιπάθεια που έτρεφε για τους Εβραίους οφειλόταν στο ότι τους θεωρούσε υπεύθυνους για την ήττα της Γερμανίας στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο και την «εξευτελιστική συνθήκη» που υπεγράφη στη συνέχεια. Ένοχος θεωρούνταν ο Εβραίος Υπουργός Εξωτερικών (Βάλτερ Ρατενάου) που πρωτοστάτησε στην υπογραφή της συνθήκης. Βασιζόμενος σ’ αυτό το γεγονός ο Χίτλερ κατηγόρησε[3] συνολικά τους Εβραίους ως «εχθρούς του κράτους».
      Οι στρατιώτες του γερμανικού κράτους είχαν απόλυτη εμπιστοσύνη στον αρχηγό τους[4] και τον ακολουθούσαν πιστά σε όλες τις ενέργειές του. Αρκετοί από τους πολίτες της Γερμανίας τον στήριζε και πίστευε σ’ αυτόν[5]. Ο προσωπικός του γιατρός φρόντιζε να του καταστέλλει την υπερκόπωση με σκευάσματα, έτσι ώστε να δουλεύει ώρες ατελείωτες[6]. Σε ορισμένους από τους αρχηγούς των SS, ο Χίτλερ εμπιστεύτηκε την δημιουργία των πρώτων στρατοπέδων συγκέντρωσης κρατουμένων. Αυτά ξεκίνησαν να δημιουργούνται από το έτος 1933, όταν δηλαδή ανέλαβε ο ίδιος την εξουσία. Κατασκευάστηκαν από τις τοπικές αρχές και σκοπός τους ήταν ο εγκλεισμός των πολιτικών κρατουμένων και των ανεπιθύμητων ατόμων. Τα μεγαλύτερα εξ αυτών ήταν : το Νταχάου (1933), το Ζαξενχάουζεν (1936), το Μπούχενβαλντ (1937), το Φλόσενμπεργκ (1938), το Μαουτχάουζεν (1938) και το Ράβενσμπρικ (1939). Από το έτος 1938 και μετά, οι ναζί εκμεταλλεύονταν τους κρατουμένους σε καταναγκαστική εργασία, γιατί είχαν πειστεί ότι η εργασία δρα καταπραϋντικά σ’ ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης. Αργότερα κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, οι πολιτικοί κρατούμενοι αλλά και αιχμάλωτοι πολίτες άλλων κρατών, προωθήθηκαν βιαίως σε εργοστάσια κατασκευής πολεμικού υλικού, σε οικοδομικές και αγροτικές εργασίες. Σ’ αυτά τα στρατόπεδα, από την ημέρα κατασκευής τους, «φιλοξενούνταν» χιλιάδες κρατούμενοι[7].
      Η ύπαρξη των στρατοπέδων συγκέντρωσης πρέπει να ήταν γνωστή στην Ευρώπη αλλά και στις ΗΠΑ την περίοδο του πολέμου. Αλλά και οι Γερμανοί πολίτες θα πρέπει να γνώριζαν, τουλάχιστον τυπικά, τι συνέβαινε στην ίδια τους τη χώρα. Καθημερινά συλλαμβάνονταν γείτονές τους, που δεν τους έβλεπαν ποτέ ξανά. Άδειαζαν καθημερινά ολόκληρες συνοικίες και στα οικήματα αυτά μεταφέρονταν γερμανοί πολίτες από άλλες περιοχές της χώρας. Αυτοί τουλάχιστον δεν αναρωτήθηκαν ποτέ τι συνέβη στους ανθρώπους που έμεναν μέχρι τότε σ΄ αυτά τα σπίτια και για ποιο λόγο το καθεστώς τους μετακινούσε μέσα στη χώρα τους; 
      Είναι γεγονός ότι η ύπαρξη των στρατοπέδων συγκέντρωσης και οι συνθήκες που επικρατούσαν στα στρατόπεδα προσπάθησαν να καλυφθούν από τους Γερμανούς αξιωματούχους. Υπήρχε πληθώρα γερμανών πολιτών που δούλευε στα στρατόπεδα, συγκέντρωσης και ήξερε με κάθε λεπτομέρεια τι διαδραματιζόταν καθημερινά στον τόπο εργασίας τους. Ήταν άνθρωποι με αισθήματα, με λογική, με ευαισθησίες; Γιατί δεν ανέφεραν στις οικογένειές τους τι συνέβαινε; Ίσως επειδή είχαν το φόβο της αντίδρασης από τους ανθρωπιστές Γερμανούς πολίτες. Ίσως επειδή ήταν αφοσιωμένοι στο Χίτλερ και στις ιδέες που εκπροσωπούσε. Ίσως γιατί ήταν «υποχρεωμένοι να πειθαρχήσουν», όπως ισχυρίζονταν, για το καλό της χώρας τους και κατά συνέπεια για το δικό τους καλό.
Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Ουίλιαμ Σίρερ, 
φωτογραφία του 1960
      Στην Γερμανία υπήρχαν ανταποκριτές από διάφορες χώρες της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Σκοπός της παραμονής τους στη Γερμανία ήταν να καταγράφουν τα γεγονότα πριν τον πόλεμο. Ένας τέτοιος Αμερικανός ανταποκριτής, ο Ουίλιαμ Σίρερ,  στην Ευρώπη, κατά τα έτη 1934-1941 μεταδίδει ειδήσεις από τις κυριότερες πόλεις των γεγονότων που προηγήθηκαν της έναρξης του πολέμου το 1941.
      Η μαρτυρία του είναι ιδιαίτερα σημαντική αφού περιγράφει όλα  τα νέα, μέρα με τη μέρα, σε επίπεδο αρχηγών κρατών, κάνει ανταποκρίσεις από το Βερολίνο, το Μόναχο, την Πράγα, τη Βαρσοβία, τη Γιουγκοσλαβία, το Λονδίνο, την Ουάσινγκτον, το Παρίσι.  Βλέπει ότι τα σύννεφα του πολέμου στην Ευρώπη πλησιάζουν[8]. Επισημαίνει ότι ο Γερμανικός λαός αντιλαμβάνεται τις προθέσεις του Χίτλερ[9] και δεν επιθυμεί η χώρα του να εμπλακεί σε πόλεμο.
     
      Περιγράφει τη «χαλαρή» στάση της Βρετανίας και της Γαλλίας στις αξιώσεις του Χίτλερ εναντίον της Τσεχοσλοβακίας[10]. Παρακολουθεί τις συνεδριάσεις στη Βουλή των Κοινοτήτων στο Λονδίνο και την προφητική αναφορά του Τσώρτσιλ[11] για τις επεκτατικές βλέψεις του Χίτλερ. Αναφέρει την κατάληψη της Τσεχίας[12] και την απάθεια των άλλων ευρωπαϊκών πολεμικών δυνάμεων. Κρίνει την στάση των Η.Π.Α.[13] στον ενδεχόμενο πόλεμο μεταξύ ευρωπαϊκών χωρών. Σ’ ένα βαγκόν-λί συζητά με ανταποκριτές άλλων χωρών για τα σχέδια του Χίτλερ για την Ευρώπη και με ποιο τρόπο τα δρομολογεί[14]. Παρακολουθεί την εισβολή των γερμανικών στρατευμάτων και την κατάληψη της Πολωνίας το φθινόπωρο του 1939 κατόπιν της συμφωνίας με την Σοβιετική Ένωση[15]. Καταγράφει την στάση της Γαλλίας με τις φράσεις «Ο Νταλαντιέ με ευγενικό τρόπο ζητάει από τον Χίτλερ να μην φτάσει στην πόλεμο, αφού όλα μπορούν να λυθούν ευγενικά». Την επόμενη μέρα στην Βρετανική πρεσβεία στο Βερολίνο «οι διπλωμάτες ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους». Η Γερμανία χρησιμοποιώντας σαν αιτία την αναγγελία επιστράτευσης στην Πολωνία[16] παραβιάζει τα Πολωνικά σύνορα. Οι γερμανοί πολίτες θέλουν ν’ αντιδράσουν[17], τα γεγονότα όμως τους προλαβαίνουν. Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος ξεκινά.
     
Στην φωτογραφία εικονίζονται από αριστερά : ο Βρετανός πρωθυπουργός Τσάμπερλεν, ο Γάλλος πρωθυπουργός Νταλαντιέ μαζί με τον Χίτλερ και τον Μουσολίνι στις 29/9/1938,  κατά την υπογραφή της συνθήκης του Μονάχου όπου συμφώνησαν όλοι να δοθεί μέρος της Τσεχοσλοβακίας στη Γερμανία
      Στο ημερολόγιο που κράτησε αυτός ο πολεμικός ανταποκριτής (ο Ουιλ. Σίρερ) όλα αυτά τα χρόνια, αναφέρει ξεκάθαρα την εμπάθεια του Χίτλερ και των συνεργατών του για τους Εβραίους και τις άλλες ευάλωτες κοινωνικές ομάδες της χώρας του. Επίσης αναφέρει ότι τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη καθώς και οι ΗΠΑ, γνώριζαν τις προθέσεις του Χίτλερ, παρακολουθούσαν τις κινήσεις του και διαπραγματεύονταν μαζί του. Και καταλήγει λέγοντας ότι άφησαν τον Χίτλερ να προχωρήσει τα σχέδιά του και όταν πια η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο, τότε αναγκάστηκαν από τις συνθήκες να εμπλακούν με τη χώρα του σε πόλεμο. Ο Ουίλιαμ Σίρερ στα ημερολόγιά του και στις ανταποκρίσεις του δεν αναφέρει λέξη για στρατόπεδα συγκέντρωσης, ούτε για κρατουμένους, μόνο για διώξεις κοινωνικών ομάδων(κυρίως Εβραίων).
      Υπάρχει όμως πληθώρα εγγράφων που αποδεικνύει ότι υπήρχε γνώση των συμμάχων για τα εγκλήματα των Ναζί, που διενεργούνταν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και όχι μόνο.     
Άντονι Ίντεν, 
υπουργός εξωτερικών 
της Αγγλίας κατά το 
Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο
      Από τον Σεπτέμβριο του 1941 οι Βρετανοί, μέσω των μυστικών υπηρεσιών τους, ήταν ενήμεροι για συστηματικές σφαγές αμάχων, στην πλειοψηφία τους εβραίοι, αλλά και πολίτες διαφόρων άλλων κρατών. Αναφορά έγινε επίσημα στη Βουλή των Κοινοτήτων, στο Λονδίνο, στις 17 Δεκεμβρίου 1942, όπου ο Αντονι Ιντεν[18], ύστερα από συνομιλίες που είχε κάνει με τις Συμμαχικές κυβερνήσεις, ανακοινώνει ότι οι Γερμανοί «είχαν θέσει σε ενέργεια πρόγραμμα εξολόθρευσης όλων των Εβραίων της Ευρώπης, γεγονός που ήταν η πρόθεση του Χίτλερ, την οποία είχε διατυπώσει πολλές φορές ανοιχτά».
      Επισήμανε ότι οι Συμμαχικές κυβερνήσεις καταδίκασαν «αυτή την κτηνώδη τακτική της εν ψυχρώ εξολόθρευσης» και δήλωσε ότι «θα ασκούσαν τις απαραίτητες πιέσεις για να ανατρέψουν τη βάρβαρη χιτλερική τυραννία».
       Ο ίδιος πίστευε ότι το BBC θα έδινε μεγάλη δημοσιότητα και το ανακοινωθέν αυτό θα μεταδιδόταν σ’ όλη την Ευρώπη και θα γινόταν προσπάθεια να πειστεί ο γερμανικός λαός ότι αυτός δεν ήταν πόλεμος αλλά εν ψυχρώ δολοφονίες, για τις οποίες κάποιοι έπρεπε να τιμωρηθούν. Η Βουλή των Κοινοτήτων κράτησε ενός λεπτού σιγή ως διαμαρτυρία γι’ αυτά τα «βάρβαρα εγκλήματα».
      Τον Απρίλιο του 1943 η Βρετανία και οι ΗΠΑ σε μια ειδική διάσκεψη στις Βερμούδες, συζήτησαν τις συνέπειες της ναζιστικής πολιτικής στο θέμα των προσφύγων, χωρίς να προβούν σε καμιά περαιτέρω ενέργεια. Οι ΗΠΑ άσκησαν πιέσεις στις ευρωπαϊκές χώρες στις αρχές του 1944 και συζητήθηκαν πλάνα παρέμβασης  στην Γερμανία, όταν πιέστηκαν και οι ίδιες από τις εβραϊκές οργανώσεις της χώρας τους. Αποφασίστηκαν αεροπορικοί βομβαρδισμοί, ιδίως κοντά στα γνωστά στρατόπεδα συγκέντρωσης, προκειμένου ν’ απελευθερωθούν. Αυτό δεν έγινε ποτέ και υπήρξαν αρκετές δικαιολογίες από τους βρετανούς.
      Όταν έγινε η εισβολή των συμμάχων στην Ευρώπη, τον Ιούνιο του 1944, οι βρετανοί στρατιώτες είχαν φυλλάδιο που είχε εκδοθεί από το Υπουργείο Πολέμου και τους ενημέρωνε ότι θα συναντούσαν «ομάδες απελευθερωμένων αιχμαλώτων που πιθανόν να είναι πεινασμένοι και ρακένδυτοι» και πώς θα έπρεπε να φερθούν σ’ αυτές τις περιπτώσεις, για την πρόληψη της μετάδοσης πιθανών ασθενειών. Σ’ αυτό το έγγραφο αναφέρονται αιχμάλωτοι πολίτες, αλλά δεν γίνεται αναφορά για το πού ζούσαν αυτοί μέχρι τότε (στα στρατόπεδα συγκέντρωσης), ούτε κάτω από ποιες συνθήκες.
      Οι συμμαχικές υπηρεσίες πληροφοριών πρέπει να γνώριζαν τα πάντα για την ύπαρξη των στρατοπέδων συγκέντρωσης: ένα έγγραφο που συντάχθηκε από συνεργάτες του Αϊζενχάουερ, περιείχε λεπτομερή κατάλογο με πολλά από τα υπάρχοντα στρατόπεδα, με πρόχειρους χάρτες, καθώς και εκτεταμένη αναφορά για την ανάπτυξη του συστήματος των στρατοπέδων από τους ναζί[19]. Επίσης υπήρχαν πληροφορίες κατεγραμμένες από κρατούμενους που απέδρασαν[20] από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Κοινό αίτημα ήταν ο βομβαρδισμός στρατοπέδων, ή τουλάχιστον των σιδηροδρομικών γραμμών που υπήρχαν εκεί. Το αίτημα απορρίφθηκε από τους Βρετανούς, με την αιτιολογία ότι τα βομβαρδιστικά συμμετείχαν σε άλλες σημαντικές επιχειρήσεις.
      Η εξόριστη πολωνική κυβέρνηση στο Λονδίνο, είχε ενημερώσει το Μάιο του 1941 όλες τις συμμαχικές κυβερνήσεις για την ύπαρξη στρατοπέδων συγκέντρωσης στην Πολωνία και τις συστηματικές εκτελέσεις που γίνονταν εκεί. Τον Ιούλιο του 1942 η εφημερίδα Polish Fortinghly Review, που εκδιδόταν στο Λονδίνο, δημοσίευσε μια λίστα με 22 στρατόπεδα στα οποία οι Ναζί διέπρατταν φρικαλεότητες[21].
     
   
Ο Χίτλερ δείχνει στον Μουσολίνι την αίθουσα, όπου έγινε η απόπειρα δολοφονίας του στις 20 Ιουλίου 1944
      

Μέρος των στρατηγών του Χίτλερ συνωμότησαν[22] στις 20 Ιουλίου 1944 για την ανατροπή του, αφού θεωρούσαν πια τον πόλεμο χαμένο, και ήταν έτοιμοι να σπάσουν τη συμμαχία τους με τον «αρχηγό» τους. Η προσπάθεια απέτυχε και μετά απ’ αυτό η δύναμη του Χίτλερ αυξήθηκε, αφού καθαίρεσε τους «προδότες», άλλαξε τους στρατηγούς των επιτελείων και εκτέλεσε αρκετούς από αυτούς[23]. Η προσπάθεια αυτή ανατροπής του Χίτλερ δεν έγινε για να σταματήσουν οι κτηνωδίες που ελάμβαναν χώρα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αλλά για να διασώσουν την εικόνα της Γερμανίας στην Ευρώπη και να διαπραγματευτούν τη θέση της χώρας τους μετά τον πόλεμο.


     

Εικόνα από τα αρχεία των ναζιστών που
βρίσκονται σε πόλη της Γερμανίας,
 όπου είναι η έδρα της Διεθνούς Υπηρεσίας
Αναζητήσεων του Ερυθρού Σταυρού
 
  Οι Συμμαχικές Δυνάμεις για να δικαιολογήσουν τη μη συμμετοχή τους στην βοήθεια των αιχμαλώτων πολέμου, ισχυρίστηκαν ότι δεν ήταν πουθενά καταγεγραμμένες πληροφορίες, σε στρατιωτικούς φακέλους, για τις θηριωδίες που εκτυλίσσονταν καθημερινά στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σε περίπτωση που υπήρχαν γραπτά ντοκουμέντα, είχαν το χρέος να ενεργήσουν και να κάνουν συμφωνίες για την επιστροφή των αιχμαλώτων. Όμως έκαναν «λάθος» στον ισχυρισμό τους για τη μη ύπαρξη γραπτών στοιχείων, γιατί όπως ανακαλύφθηκε μετά το τέλος του πολέμου σε κάθε στρατόπεδο κρατούνταν αναλυτικές σημειώσεις για κάθε κρατούμενο, σε τι εργασίες απασχολούνταν, ποια περίοδο, πόσες ώρες, ποιες πολιτικές πεποιθήσεις είχε και πλήθος άλλων στοιχείων. Ήταν πολλοί εργαζόμενοι των στρατοπέδων που ασχολούνταν μ’ αυτό το θέμα. Τα αρχεία αυτά των ναζιστών φυλάχτηκαν, με βάση τη Συνθήκη της Βόννης από τον Ερυθρό Σταυρό και ειδικότερα από τη Διεθνή Υπηρεσία Αναζητήσεων, η οποία από το τέλος του πολέμου και μετά, ανέλαβε το έργο του εντοπισμού και του επαναπατρισμού των εκτοπισθέντων από τις αρχές κατοχής.
      Επρόκειτο για 50 εκατομμύρια έγγραφα τα οποία είναι κατανεμημένα σε 30 εκατομμύρια φακέλους και αφορούν 17,5 εκατομμύρια πρόσωπα. Το αρχείο αυτό βρίσκεται από τότε στο Μπαντ Αρολσεν της Γερμανίας, όπου είναι και η έδρα της Διεθνούς Υπηρεσίας Αναζητήσεων του Ερυθρού Σταυρού[24].
      
      Οι κυβέρνηση της Βρετανίας είχε σίγουρα πληροφορίες για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, μέσα από διάφορες πηγές[25]. Θεώρησε όμως ότι αυτά ήταν υπερβολές ή ακόμα και αν ήταν αλήθεια και έκανε κάποιες κινήσεις για την απελευθέρωση των εκατομμυρίων αιχμαλώτων, θα ήταν υποχρεωμένη να τους παρέχει τροφή και στέγη σε μια δύσκολη οικονομική περίοδο για όλη την Ευρώπη. Το γεγονός αυτό μάλλον αποσιωπήθηκε και όταν ήρθε η ώρα της απελευθέρωσης των αιχμαλώτων των στρατοπέδων συγκέντρωσης, που ήταν στα δυτικά σύνορα της Γερμανίας με τη Γαλλία οι Βρετανοί δεν είχαν προετοιμαστεί για τις καταστάσεις που θα αντίκριζαν, ούτε είχαν έτοιμο σχέδιο διατροφής και νοσοκομειακής περίθαλψης των αιχμαλώτων. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να υπάρξουν πολλά θύματα λόγω χορήγησης ακατάλληλης τροφής και λόγω ασθενειών που ήταν εξαπλωμένες σε μεγάλο βαθμό και δύσκολο να αντιμετωπιστούν (π.χ. τύφος). Επίσης η μη καλή επικοινωνία των Βρετανών με τους Ρώσους, που ήδη είχαν απελευθερώσει το Άουσβιτς, και με τους Αμερικανούς, που είχαν ήδη μπει στο Μπούχενβαλντ κάποιες μέρες νωρίτερα, δεν τους έδωσε τη δυνατότητα να είχαν ήδη καταστρώσει σχέδια αντιμετώπισης των δύσκολων καταστάσεων που θα συναντούσαν.


      Οι Άγγλοι, όταν απελευθέρωσαν το στρατόπεδο Μπέργκεν-Μπέλσεν, τον Απρίλιο του 1945, μετά από συνεργασία τους με τον Χίμλερ, διαπίστωσαν τα εγκλήματα που είχαν λάβει χώρα εκεί. Θεώρησαν ότι ήταν αδύνατο όλα αυτά να γίνονταν δίπλα σε κατοικημένες περιοχές, χωρίς κανένας να έχει αντιληφθεί κάτι. Γι’ αυτό το λόγο μετέφεραν στο στρατόπεδο τους δημάρχους  των  γειτονικών πόλεων, σε μια περιοδεία με συνοδεία στρατιωτών, και τους έδειξαν τους ομαδικούς τάφους και την συνολική κατάσταση που επικρατούσε στο στρατόπεδο. Ο Ντέρεκ Σίνγκτον και ο βρετανός συνταγματάρχης Σπότισγουντ, ο διοικητής της μονάδας Στρατιωτικής Διοίκησης, διάβασε μια μακροσκελή καταγγελία στα γερμανικά, ενώ το πλήθος που είχε συγκεντρωθεί άκουγε εντελώς σιωπηλό.


      «Αυτό που θα δείτε εδώ είναι η τελική και πλήρης καταδίκη του Ναζιστικού Κόμματος. Αυτό που συνέβη εδώ δικαιολογεί οποιαδήποτε μέτρα λάβουν στο μέλλον τα Ηνωμένα Έθνη για τη διάλυση του Ναζιστικού Κόμματος. Αυτό που θα δείτε εδώ αποτελεί τέτοιο όνειδος για τον γερμανικό λαό, ώστε το όνομά του πρέπει να σβηστεί από τον κατάλογο των πολιτισμένων εθνών.
       Εσείς, οι οποίοι αντιπροσωπεύετε τους πατέρες και τα αδέρφια των Γερμανών στρατιωτών, βλέπετε απέναντί σας μερικούς από τους γιους και τις θυγατέρες που φέρουν ένα μικρό μόνο μέρος της ευθύνης γι' αυτό το έγκλημα - μόνο ένα μικρό μέρος της ευθύνης, αλλά ένα πολύ βαρύ φορτίο για την ανθρώπινη ψυχή. Όμως, ποιος φέρει την τελική ευθύνη; Εσείς, οι οποίοι επιτρέψατε στον Φύρερ σας να πραγματοποιήσει τα φριχτά του καπρίτσια.
      Εσείς, οι οποίοι αποδειχτήκατε ανίκανοι να εμποδίσετε τα παρανοϊκά σχέδιά του. Εσείς, οι οποίοι γνωρίζατε γι' αυτά τα στρατόπεδα, ή είχατε ακούσει τι συνέβαινε εκεί. Εσείς, οι οποίοι δεν ξεσηκωθήκατε αυθόρμητα για να αποκαταστήσετε το όνομα της Γερμανίας, χωρίς φόβο για προσωπικές συνέπειες. Στέκεστε εδώ δικαζόμενοι για όσα θα αντικρίσετε σ' αυτό το στρατόπεδο.   
      Θα πρέπει να εξιλεωθείτε με εργασία και ιδρώτα για τα εγκλήματα που διέπραξαν τα παιδιά σας και για τα εγκλήματα τα οποία σταθήκατε ανίκανοι να αποτρέψετε.»


      Σύμφωνα με τον Σίνγκτον, «κατά τη διάρκεια της ομιλίας, ένας από τους Γερμανούς δημάρχους κάλυψε το πρόσωπο με τα χέρια του και άρχισε να κλαίει». Ένας δημοσιογράφος ρώτησε αργότερα: «Πώς το πήραν οι δήμαρχοι;» και πήρε την εξής απάντηση: «ο ένας απ' αυτούς έδειχνε άρρωστος και ένας άλλος δεν ήθελε να κοιτάξει. Όλοι τους είπαν ότι δεν είχαν ιδέα για το τι συνέβαινε στο στρατόπεδο». Αυτό ήταν μια συνηθισμένη δικαιολογία στη Γερμανία, εκείνη την περίοδο. Οι τραγικές συνθήκες διαβίωσης στο στρατόπεδο Μπέργκεν-Μπέλσεν κινηματογραφήθηκαν από το BBC  και προβλήθηκαν, όταν πια ο πόλεμος είχε τελειώσει. 


      Ο Χίτλερ είχε διατάξει να καταστραφούν όλα τα στρατόπεδα συγκέντρωσης[26] προτού φτάσουν οι σύμμαχοι, έτσι ώστε να μην βγουν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα της πολιτικής του. Ήξερε ότι ο τρόπος που είχε δράσει τόσα χρόνια επί των αιχμαλώτων και των πολιτικών κρατουμένων, ήταν αντίθετος σε κάθε κοινή λογική και ενάντια στις διεθνείς συνθήκες περί κρατουμένων. Επίσης ο ίδιος και οι στενοί του συνεργάτες κλείστηκαν για μερικές μέρες σ’ ένα υπόγειο καταφύγιο και όταν οι Ρώσοι έφτασαν πολύ κοντά ο Χίτλερ  αυτοκτόνησε και το σώμα του, μαζί με τα σώματα άλλων, παραδόθηκε στην πυρά. Δεν θέλησε ούτε ο ίδιος να ανακριθεί, ή να δικαστεί για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Αν είχε δράσει μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας, δεν είχε λόγο ν’ αυτοκτονήσει. Ο Χίμλερ[27] που, όλα αυτά τα χρόνια ήταν το δεξί του χέρι του Χίτλερ και ουσιαστικά ο άνθρωπος που έπαιρνε τις αποφάσεις και διέταζε για την εκτέλεσή τους,  αγνόησε τις εντολές του και επέτρεψε στους συμμάχους να μπουν στο Μπέργκεν-Μπέλσεν. Ήταν μια κίνηση για να δείξει ο ίδιος ότι δεν γνώριζε τις πραγματικές συνθήκες που επικρατούσαν στο στρατόπεδο και να διαπραγματευτεί την μετέπειτα πορεία του[28].


      Πολλοί από τους συλληφθέντες αξιωματικούς και απλοί στρατιώτες αποποιήθηκαν ότι γνώριζαν, ή δικαιολόγησαν τη συμμετοχή τους, γιατί ως στρατιώτες είχαν την υποχρέωση να πειθαρχήσουν[29], διαφορετικά κινδύνευε η ίδια τους η ζωή. Υπήρξαν στρατιώτες που υποχρεώθηκαν να εκτελέσουν ακόμα και αδέρφια τους με σκοπό να πνίγουν τα συναισθήματα οίκτου που είχαν. Η αφοσίωσή τους στον αρχηγό τους το Χίτλερ δεν μπορεί να δικαιολογήσει τα εγκλήματα που διέπραξαν. Με τη δίκη της Νυρεμβέργης, το Νοέμβριο του 1945, έγινε απόπειρα εκδίκασης των γερμανών ναζιστών εγκληματιών πολέμου για εγκλήματα κατά της ειρήνης, για εγκλήματα πολέμου και κατά της ανθρωπότητας. Οι περισσότεροι ανώτατοι αξιωματικοί και αρχηγοί επιτελείων που συνελήφθησαν καταδικάστηκαν σε θάνατο, σε ισόβια δεσμά ή σε κάποια χρόνια φυλάκιση.


      Από όλα τα παραπάνω συμπέρανα ότι οι σύμμαχοι όχι μόνο γνώριζαν για την ύπαρξη των στρατοπέδων συγκέντρωσης αλλά, το τραγικό της ιστορίας είναι ότι, δεν έκαναν τίποτα για όλους εμάς που βρισκόμασταν εκεί και υποφέραμε μαζί με τους κρατούμενους από άλλα κράτη. Αυτή τη στάση δεν μπορώ να τη δικαιολογήσω ούτε να την καταλάβω. Δεν στάθηκε ικανή η ιστορία να εξηγήσει αυτό το γεγονός, πως θα μπορούσα να το κάνω εγώ; 

Το μόνο που διαπιστώνω είναι ότι η διπλωματία έπαιξε το ρόλο της, τα κράτη της τωρινής Ευρώπης καθώς και όλα τα υπόλοιπα που ενεπλάκησαν στον Β’ Παγκόσμιο κοίταξαν να διαφυλάξουν τα συμφέροντά τους, χωρίς να λάβουν υπόψη τους, τους ανήμπορους πολίτες, θύματα της πολεμικής μηχανής.





[1] Ο ίδιος στο βιβλίο του «Ο Αγών μου», πριν ακόμα πάρει την εξουσία, αναφέρει για τον εαυτό του «Σπάνια στην ανθρώπινη ιστορία μπορεί να τύχει ένας άνθρωπος να είναι και πρακτικός πολιτικός και πολιτικός φιλόσοφος. Όσο στενότερη είναι αυτή η σχέση τόσο μεγαλύτερες είναι και οι πολιτικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει. Ένας τέτοιος άνθρωπος δεν κοπιάζει για να ικανοποιήσει τα αιτήματα των απλοϊκών ανθρώπων. Ξανοίγεται σε φιλόδοξα σχέδια που είναι κατανοητά μόνο στους λίγους. Έτσι σε όλη του τη ζωή είναι καταδικασμένος άλλοι να τον αγαπούν και άλλοι να τον μισούν. Εξού και οι νεότερες γενιές τελικά αδυνατούν να τον κατανοήσουν παρά τις προσπάθειές του για υστεροφημία.»  H. Trevor-Roper, Χίτλερ – οι τελευταίες μέρες 1945, σελ. 138. (Σ.τ.ε.)
[2] Ο Χίτλερ δηλώνει το 1944 : « Ακόμα κι αν δεν καταφέρουμε να κατακτήσουμε, πρέπει να συμπαρασύρουμε στην καταστροφή τη μισή υφήλιο και να μην αφήσουμε κανένα να θριαμβεύσει σε βάρος της Γερμανίας. Δεν θα υπάρξει άλλο 1918. Δεν θα παραδοθούμε ούτε θα συνθηκολογήσουμε ποτέ, ακόμα και αν μαζί μας ο κόσμος ολόκληρος χαθεί στις φλόγες. Εάν οι Γερμανοί επρόκειτο να κατακτηθούν κατά τη διάρκεια του αγώνα τότε αυτό θα οφείλεται στο γεγονός ότι ήταν ανίκανοι να ανταπεξέλθουν στη δοκιμασία της ιστορίας και τους άξιζε ο αφανισμός» σε μια συνεδρίαση περιφερειακών διοικητών. H. Trevor-Roper, Χίτλερ – οι τελευταίες μέρες 1945, σελ. 146. (Σ.τ.ε.)
[3] «Η ανάμνηση του μύθου που ήθελε τους Εβραίους και τους κομμουνιστές να συνωμότησαν πίσω από τις γραμμές του μετώπου ώστε η Γερμανία να ηττηθεί στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, ήταν νωπή στη μνήμη τους και συμβάδιζε απόλυτα με την εικόνα του επικίνδυνου αλλά κρυμμένου εχθρού. Επίσης ο Γκαίμπελς θεωρούσε ότι οι Εβραίοι θησαύριζαν στην ασφάλεια των μεγάλων πόλεων την ώρα που οι Γερμανοί στρατιώτες υπέφεραν στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Για τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο θεωρήθηκε ότι οι Εβραίοι υποκίνησαν τις ΗΠΑ για να κηρύξουν τον πόλεμο στη Γερμανία», L. Rees, Οι Ναζί και η τελική λύση, σελ. 35, 87. (Σ.τ.ε.)
[4] «Ήμουν ευγνώμων στα SS για την πνευματική καθοδήγηση που μου έδωσαν. Πολλοί από εμάς ήμασταν μπερδεμένοι πριν καταταγούμε στην οργάνωση. Δεν καταλαβαίναμε τι συμβαίνει γύρω μας. Τα SS μας πρόσφεραν μια σειρά απλών ιδεών που μπορούσαμε να καταλάβουμε και στις οποίες μπορούσαμε να πιστέψουμε» αναφέρει ο J. Hassebroeck, διοικητής ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης, L. Rees, Οι Ναζί και η τελική λύση, σελ. 36. (Σ.τ.ε.)
[5] «Αυτοί οι ανθρακωρύχοι αντιπροσώπευαν το μέσο Γερμανό στρατιώτη ή εργάτη. Και ήταν σαφές ότι πίστευαν στο Χίτλερ όσο κανέναν άλλο. Ήταν πεπεισμένοι ότι μόνο αυτός μπορούσε να κατανοήσει την εργατική τάξη από την οποία προερχόταν, όσο και το μυστήριο της πολιτικής, το οποίο η υπόλοιπη γερμανική φυλή αγνοούσε, και ότι ήταν ικανός όσο κανένας άλλος να κάνει το θαύμα και να τους οδηγήσει στη λύτρωση απ’ αυτή την απελπιστικά δύσκολη κατάσταση.» H. Trevor-Roper, Χίτλερ – οι τελευταίες μέρες 1945, σελ. 182. (Σ.τ.ε.)
[6] «Ο Μόρελ, προσωπικός γιατρός του Χίτλερ, του χορηγούσε τεχνητές διεγερτικές ουσίες και μ’ αυτό τον τρόπο ο Χίτλερ διατηρούσε την αντοχή του και στη συνέχεια έγινε εξαρτώμενος από τις ιατρικές του συνταγές. Ο Χίτλερ τα τελευταία χρόνια παρουσίαζε την αβεβαιότητα ενός ηλικιωμένου ανθρώπου. Υπήρχαν συνεχείς και παρατεταμένες εκρήξεις θυμού. Τα άκρα του άρχιζαν το 1943 να τρέμουν, το αριστερό του πόδι σερνόταν στο έδαφος και είχε αναπτύξει κύφωση.  Αυτή η κατάσταση έγινε μόνιμη μετά το 1944 και σπάνια άλλαζε. Αυτή η εικόνα σχολιάστηκε από τον Γκαίμπελς τον Απρίλιο του 1943 στα γενέθλια του Χίτλερ» H. Trevor-Roper, Χίτλερ – οι τελευταίες μέρες 1945, σελ. 163. (Σ.τ.ε.)
[7] «Μέχρι το καλοκαίρι του 1941 ο Χίτλερ είχε σοβαρές αντιρρήσεις για την εξόντωση του πλήθους των Εβραίων που κατοικούσαν στη Γερμανία. Ο Γκαίμπελς (υπουργός προπαγάνδας των Ναζί) πρότεινε οι Γερμανοί-Εβραίοι να μεταφερθούν ανατολικά, να δημευτούν οι περιουσίες τους και τα σπίτια τους να περιέλθουν στο Γερμανικό κράτος. Ο Χίτλερ τελικά λύγισε το Σεπτέμβριο του 1941 κάτω από το βάρος των αιτήσεων των κατωτέρων του και συμφώνησε για την έναρξη της εκκαθάρισης», L. Rees, Οι Ναζί και η τελική λύση, σελ. 88. (Σ.τ.ε.)
[8] «Αυτά τα 3 χρόνια (1934-1937) η σκιά του ναζιστικού φασισμού (υπό την ηγεσία του Χίτλερ), του σαδισμού, της καταδίωξης, της στρατικοποίησης, του τρόμου, της κτηνωδίας της καταπίεσης, του μιλιταρισμού και της προετοιμασίας για πόλεμο κρεμόταν πάνω από τις ζωές μας, σαν ένα καινούριο μαύρο σύννεφο που δεν καθαρίζει ποτέ. Συχνά προσπαθήσαμε να καθαρίσουμε τους εαυτούς μας από όλα αυτά. Βρήκαμε δύο καταφύγια – τους εαυτούς μας και τα βιβλία». Ουιλ. Σίρερ, Ημερολόγιο του Βερολίνου 1934-1941, σελ.  84. (Σ.τ.ε.)
[9] Βερολίνο 27 Σεπτεμβρίου 1938. «Ο Χίτλερ στεκόταν εκεί και δεν ήταν πάνω από 200 άτομα στη μεγάλη πλατεία. Ο Χίτλερ φαινόταν σκυθρωπός και οργισμένος. Αυτό που είδα απόψε αναζωπυρώνει σχεδόν λίγη πίστη  για τον Γερμανικό λαό. Είναι εναντίον του πολέμου. Παρ’ όλα αυτά χθες βράδυ μου είπαν ότι η Γαλλία επιστρατεύεται. Κανένα τραίνο δεν φεύγει». Ουιλ. Σίρερ, Ημερολόγιο του Βερολίνου 1934-1941,σελ. 139. (Σ.τ.ε.)
[10] Μόναχο 30 Σεπτεμβρίου 1938 «Οι εκπρόσωποι της Γαλλίας (Νταλαντιέ) και την Βρετανίας (Τσάμπερλαιν) δεν πιέζουν τον Χίτλερ για καμιά παραχώρηση από μέρους του. Συμφωνούν να παραδοθεί μέρος της Τσεχοσλοβακίας (Σουδήτες) στην Γερμανία άνευ όρων. Η γνώμη της Τσεχοσλοβακίας από την οποία ζητάνε να κάνει όλες τις θυσίες για την ειρήνη της Ευρώπης, δεν ζητήθηκε σε κανένα στάδιο των συνομιλιών. Αργότερα το ίδιο βράδυ στο τραίνο για Βερολίνο κορυφαίοι γερμανοί συντάκτες πανηγυρίζουν και δηλώνουν ότι απόψε ο γερμανικός λαός αισθάνεται μεγάλος». Ουιλ. Σίρερ, Ημερολόγιο του Βερολίνου 1934-1941, σελ. 140-143. (Σ.τ.ε.)
[11] Λονδίνο, Οκτώβριος 1938 : Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ απευθυνόμενος στη Βουλή των Κοινοτήτων θα πει «… Έχουμε υποστεί πλήρη και ανεπανόρθωτη ήττα. Ας μην τυφλωνόμαστε. Πρέπει να θεωρούμε βέβαιο ότι όλες οι χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης θα κάνουν ότι μπορούν για να εξασφαλίσουν τους καλύτερους όρους με τη θριαμβεύουσα ναζιστική δύναμη…. Ο δρόμος προς το Δούναβη, ο δρόμος προς τη Μαύρη Θάλασσα και την Τουρκία άνοιξε. Κατά τη γνώμη μου όλα τα κράτη της Κεντρικής Ευρώπης και της κοιλάδας του Δούναβη, το ένα μετά το άλλο, θα ενταχθούν στο τεράστιο σύστημα της ναζιστικής πολιτικής, όχι μόνο της πολιτικής μιας στρατιωτικής δύναμης αλλά και της οικονομικής πολιτικής που πηγάζει από το Βερολίνο». Ο Τσώρτσιλ – ο μόνος απαρατήρητος προφήτης στη βρετανική γη, Ουιλ. Σίρερ, Ημερολόγιο του Βερολίνου 1934-1941, σελ. 144. (Σ.τ.ε.)
[12] Παρίσι 15 Μαρτίου 1939 « Ο γερμανικός στρατός κατέλαβε τη Βοημία και τη Μοραβία. Ο Χίτλερ με κακές θεατρικές χειρονομίες πάνω από το Μολδάβα στην Πράγα κήρυξε την προσάρτησή τους στο τρίτο Ράιχ. Είναι κοινός τόπος να σημειώσει κανείς ότι παραβίασε ακόμα μια συμφωνία. … Πλήρης απάθεια στο Παρίσι για το τελευταίο πραξικόπημα του Χίτλερ. Η επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων της Βουλής ανακοίνωσε ότι δεν έχει την υποχρέωση να κάνει οτιδήποτε. Στο Λονδίνο, στη Βουλή των Κοινοτήτων έφτασαν να δηλώσουν ότι δεν υπάρχει κακοπιστία εναντίον του Χίτλερ…» Ουιλ. Σίρερ, Ημερολόγιο του Βερολίνου 1934-1941, σελ 155. (Σ.τ.ε.)
[13] Ουάσινγκτον 3 Ιουλίου 1939 « Πολύ λίγη επίγνωση για την ευρωπαϊκή κρίση. Εδώ όλοι νομίζουν ότι δεν θα γίνει πόλεμος. Μακάρι να το ήξερα και εγώ…. Τα χέρια του Ρούζβελτ είναι δεμένα από το Αμερικανικό Κογκρέσο. Βλέπει την ευρωπαϊκή κατάσταση σωστά, αλλά ακριβώς επειδή βλέπει τον κίνδυνο, τον αποκαλούν πολεμοκάπηλο….» Ουιλ. Σίρερ, Ημερολόγιο του Βερολίνου 1934-1941,σελ. 163. (Σ.τ.ε.)
[14] Βερολίνο 10 Αυγούστου 1939 « Σε πόσο εντελώς απομονωμένο κόσμο ζει ο γερμανικός λαός! Μια ματιά στις εφημερίδες χτες και σήμερα σου το θυμίζει. Ενώ όλος ο υπόλοιπος κόσμος πιστεύει ότι σύντομα η ειρήνη θα καταλυθεί από τη Γερμανία, ότι η Γερμανία απειλεί να επιτεθεί στην Πολωνία για το Δάντσιχ, εδώ στη Γερμανία στον κόσμο που δημιουργούν οι εφημερίδες, πιστεύεται εντελώς το αντίθετο. Αυτό που οι ναζιστικές εφημερίδες διατυμπανίζουν είναι ότι  η Πολωνία είναι αυτή που ενοχλεί την ειρήνη στην Ευρώπη. Η Πολωνία απειλεί τη Γερμανία με ένοπλη εισβολή και τα λοιπά. Αυτό που ψιθυρίζεται στους κυβερνητικούς κύκλους είναι ότι η Γερμανία δεν μπορεί να ανεχθεί την ύπαρξη στρατιωτικής δύναμης στα ανατολικά της σύνορα, και συνεπώς η σημερινή Πολωνία πρέπει να πάψει να υπάρχει. Και ύστερα όταν η Ουγγαρία, η Ρουμανία και η Γιουγκοσλαβία περιοριστούν ανάλογα, η Γερμανία θα είναι οικονομικά και γεωργικά ανεξάρτητη, και ο μεγάλος φόβος του αγγλογαλλικού αποκλεισμού, που κέρδισε τον περασμένο πόλεμο και προς το παρόν είναι πιθανό να κερδίσει και τον επόμενο, θα εκλείψει. Η Γερμανία τότε μπορεί να γυρίσει στη Δύση και πιθανόν να την νικήσει», Ουιλ. Σίρερ, Ημερολόγιο του Βερολίνου 1934-1941, σελ. 167-168. (Σ.τ.ε.)
[15] Βερολίνο, 23 Αυγούστου 1939 «Μεγάλη αναστάτωση απόψε. Κατά τις 2 π.μ. μαθαίνουμε τους όρους της ρωσογερμανικής συνθήκης. Είναι μια πραγματική συμμαχία και με τους όρους του Στάλιν. Προσκαλεί την Γερμανία να εισβάλει στην Πολωνία και να την ξεκαθαρίσει», Ουιλ. Σίρερ, Ημερολόγιο του Βερολίνου 1934-1941,σελ. 174. (Σ.τ.ε.)
[16] Βερολίνο, 30 Αυγούστου 1939 «Οι Πολωνοί είχαν ήδη επιστρατεύσει όλους τους άντρες για τους οποίους είχαν όπλα και αρβύλες. Το νέο όμως δίνει στο γερμανικό Τύπο μια δικαιολογία να αποκαλέσει την Πολωνία επιτιθέμενη χώρα. Τα μεσάνυχτα ο Χίτλερ ανακοινώνει τη δημιουργία του Συμβουλίου Πολέμου», Ουιλ. Σίρερ, Ημερολόγιο του Βερολίνου 1934-1941, σελ. 184-185. (Σ.τ.ε.)
[17] Βερολίνο 31 Αυγούστου 1939 « Όλοι εναντίον του πολέμου. Ο κόσμος μιλάει ανοιχτά. Ο λαός αντιδρά  επίσης γιατί τον κρατούν στο σκοτάδι. Ένας Γερμανός μου είπε  χθές «Δεν ξέρουμε τίποτα. Γιατί δεν μας λένε τι συμβαίνει;» Η αισιοδοξία στους επίσημους κύκλους αρχίζει να διαλύεται….Μια χαρακτηριστική απάτη του Χίτλερ εκδηλώθηκε απόψε. Στις 9 μ.μ. το γερμανικό ραδιόφωνο διέκοψε το κανονικό πρόγραμμα και ανακοίνωσε τους όρους των προτάσεων στην Πολωνία….. Απόψε επιστρατεύονται μεγάλες δυνάμεις στρατού, ναυτικού και αεροπορίας…. Ο πόλεμος είχε αρχίσει.» Ουιλ. Σίρερ, Ημερολόγιο του Βερολίνου 1934-1941,σελ. 185-186 (Σ.τ.ε.) 
[18] Υπουργός εξωτερικών της Μεγάλης Βρετανίας εκείνη την περίοδο (Σ.τ.ε.)
[19]  « Όπως διαπιστώθηκε αργότερα οι περισσότερες από τις πληροφορίες βασίζονταν σε μαρτυρίες γερμανών στρατιωτών που είχαν συλληφθεί σε διάφορες μάχες από τις δυνάμεις του Άξονα. Η αναφορά εκείνη θεωρήθηκε ότι δεν βασιζόταν σε ακριβείς πληροφορίες και δεν καταχωρήθηκαν οι μαρτυρίες αυτές σε στρατιωτικούς φακέλους», B. Shepard, Μετά την Αυγή, σελ. 41. (Σ.τ.ε.)   
[20] «Οι πληροφορίες δόθηκαν από 4 κρατούμενους που δραπέτευσαν από το στρατόπεδο του Άουσβιτς, τον Απρίλιο του 1944. Αυτές οι αναφορές αποτέλεσαν τα «Πρωτόκολλα του Άουσβιτς» και αντίγραφα αυτών δόθηκαν σε αρκετές κυβερνήσεις της Ευρώπης», L. Rees, Οι Ναζί και η τελική λύση, σελ. 271. (Σ.τ.ε.)
[21] L. Rees , Οι Ναζί και η τελική λύση, σελ. 270. (Σ.τ.ε.)
[22] Πολλές από τις λεπτομέρειες της Συνωμοσίας των Στρατηγών είναι ευρέως γνωστές. Και η σημασία τους είναι πολύ σημαντική. Μετά από μακρά προετοιμασία, ένα μικρό κομμάτι του γερμανικού λαού είχε πάρει επιτέλους την πρωτοβουλία. Σ’ αυτή την συνομωσία συμμετείχαν άτομα από την αριστοκρατία της Ανατολ. Γερμανίας, παλιοί κυβερνήτες του γερμανικού στρατού, που τώρα είχαν τον έλεγχο μόνο του Γενικού Επιτελείου, και άλλοι στρατιωτικοί συνεργάτες των Ναζί που επεδίωκαν μ’ αυτό το απελπισμένο χτύπημα να ανατρέψουν ένα καταστροφικό τους λάθος. Η συνομωσία ήταν καλά προγραμματισμένη και παρ’ ολίγον επιτυχής. Ένα φορτίο με εκρηκτική ύλη είχαν καταφέρει να περάσει μέσα σ’ ένα χαρτοφύλακα στην αίθουσα συσκέψεων και ένας κόμης το είχε τοποθετήσει κάτω από την καρέκλα του Χίτλερ. Η έκρηξη έγινε, αλλά ο Χίτλερ επιβίωσε με διάτρηση τυμπάνου και μερικούς μώλωπες. Ο ίδιος απ’ εκεί και μετά κατάλαβε ότι ίσως ο στρατός και να ήταν εναντίον του», H. Trevor-Roper, Χίτλερ – οι τελευταίες μέρες 1945, σελ. 125-126. (Σ.τ.ε.)
[23] «Ο ναύαρχος Κανάρης εκτελέστηκε με μεσαιωνική βαρβαρότητα. Ο διάδοχός του επίσης. Ο στρατηγός που ήταν επικεφαλής της δολιοφθοράς  αυτοκτόνησε για να αποφύγει τα χειρότερα. Στο γενικό επιτελείο πάνω από πενήντα αξιωματικοί σκοτώθηκαν και εκατοντάδες απολύθηκαν με συνοπτικές διαδικασίες. Ο επικεφαλής του γενικού επιτελείου οδηγήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και δεν είδε ποτέ το φως της μέρας. Ο Ρόμελ, ο αγαπημένος στρατηγός του Χίτλερ, πιέστηκε ν’ αυτοκτονήσει με μια κάψουλα με δηλητήριο» H. Trevor-Roper, Χίτλερ – οι τελευταίες μέρες 1945, σελ. 131-132. (Σ.τ.ε.)
24 H εν λόγω υπηρεσία δημιουργήθηκε εν μέσω του πολέμου, το 1943, από τον βρετανικό Ερυθρό Σταυρό, ο οποίος, διαβλέποντας ότι η ήττα των χωρών του Άξονα άρχισε να διαγράφεται, ξεκίνησε τη διαδικασία έρευνας, καταγραφής και εντοπισμού όλων όσοι είχαν συλληφθεί από τις αρχές κατοχής. Το 1946 τα αρχεία του βρετανικού Ερυθρού Σταυρού μεταφέρθηκαν στο Μπαντ Αρολσεν, όπου σταδιακώς άρχισαν να μεταφέρονται και όλα τα αρχεία που διατηρούσαν οι ναζιστές, είτε στη Γερμανία, είτε στις χώρες που είχαν καταλάβει. Το 1955 το μεγαλύτερο τμήμα των συλληφθέντων και εκτοπισθέντων κατά τη διάρκεια της κατοχής, είχε πλέον επαναπατρισθεί και συνεπώς ετέθη το ερώτημα της τύχης αυτών των αρχείων. Δεδομένων των εξαιρετικά ευαίσθητων στοιχείων που περιείχαν, υιοθετήθηκε ομοφώνως εκείνη την εποχή η απόφαση να χαρακτηρισθούν «άκρως απόρρητα» και να αναλάβει την ευθύνη της φύλαξης και της διαχείρισής τους ο Ερυθρός Σταυρός. Την απόφαση αυτή συνυπέγραψαν, εκτός από την Ελλάδα, οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Βρετανία, η Γαλλία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία, η Πολωνία, η Ιταλία και η Γερμανία, η οποία ανέλαβε και το κόστος της φύλαξης και της διαχείρισης των αρχείων. (Σ.τ.ε.)
[25] «Οι Σύμμαχοι που πολεμούσαν κατά της Γερμανίας απέκτησαν στις 31 Μαΐου 1944 λεπτομερείς αεροφωτογραφίες όλων των στρατοπέδων του Άουσβιτς. Το 2003 η Βρετανική Royal Air Force δημοσίευσε για πρώτη φορά αεροφωτογραφίες, όπου φαίνονται ακόμη και οι φωτιές των σωρών πτωμάτων, που καίγονταν σε ανοικτό χώρο αφού τα κρεματόρια δεν διέθεταν την απαιτούμενη χωρητικότητα για τους χιλιάδες νεκρούς. Εκτός αυτού, δυο κρατούμενοι που είχαν καταφέρει να δραπετεύσουν (Ρούντολφ Βερμπα και Άλφρεντ Βέτσλερ) σχεδίασαν λεπτομερείς χάρτες με ακριβείς πληροφορίες για το Άουσβιτς, τα οποία παρέδωσαν στους Συμμάχους το καλοκαίρι του 1944, ενώ ο Βίτολντ Πιλέτσκι (Witold Pilecki), ο οποίος ως μοναδικός άνθρωπος φυλακίστηκε εθελοντικά στο Άουσβιτς, τους έστελνε τακτικά κρυφές αναφορές από το εσωτερικό του στρατοπέδου. Αμερικανικά βομβαρδιστικά προκάλεσαν στις 13 Σεπτεμβρίου 1944 φοβερές ζημιές στις κοντινές βιομηχανικές εγκαταστάσεις. Η ερώτηση, εάν οι συμμαχικές αεροπορικές δυνάμεις θα έπρεπε να είχαν βομβαρδίσει το στρατόπεδο ή έστω τις ράγες που οδηγούσαν εκεί, συζητείται αμφιλεγόμενα μέχρι σήμερα.» Πηγή η ιστοσελίδα  http://el.wikipedia.org/wiki - Στρατόπεδο Συγκέντρωσης Άουσβιτς (Σ.τ.ε.)
[26] «Στις αρχές του 1945 η τύχη των αιχμαλώτων ήταν αμφίβολη. Θα τους άφηναν να ζήσουν, ή θα έπεφταν όλοι θύματα μαζικών εκτελέσεων; Οι απόψεις της ηγεσίας των Ναζί διέφερε ως προς αυτό το ζήτημα. Ο Χίτλερ επέμενε ότι κανένας κρατούμενος δεν έπρεπε να επιζήσει και ότι όλες οι ενδείξεις ύπαρξης των στρατοπέδων έπρεπε να εξαφανιστούν. Αυτή την άποψη συμμερίζονταν και πολλοί άλλοι στρατηγοί. Όμως η άποψη του Χίμλερ, που ήταν ο άρχοντας των στρατοπέδων, ήταν πιο πολύπλοκη. Εξακολουθούσε να ελπίζει σε συνεργασία με τους συμμάχους. Οι κρατούμενοι στα στρατόπεδα φιγουράριζαν στα σχέδια του Χίμλερ, όχι για λόγους ανθρωπιστικούς, αλλά για να δείξει καλή διαγωγή απέναντι στους Άγγλους και τους Αμερικανούς», B. Shepard, Μετά την Αυγή, σελ. 32. (Σ.τ.ε.)
[27] «Ο Χίμλερ ήταν τόσο άσπλαχνος που τίποτα δεν τον τρόμαζε. Με τον πιο ήρεμο και απαθή τρόπο διέταξε την εξολόθρευση ολόκληρων φυλών. Η σκέψη των εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που γέμιζαν τα βαγόνια αερίων- περιστατικά που συχνά τρέλαιναν ακόμα και τους δεσμοφύλακες- το ότι γνώριζε πως οι θάλαμοι βασανιστηρίων της Ευρώπης ήταν γεμάτοι από τα δικά του θύματα, και ότι σε κάθε ώρα της ημέρας οι άνθρωποι που πέθαιναν εξαιτίας του σε μια ολόκληρη ήπειρο – αυτά τα πράγματα δεν διέκοψαν ποτέ τη ρουτίνα του γραφείου του, δεν ανέτρεψαν ποτέ την πραότητα της παγερής εκείνης αυτάρεσκης έκφρασης που έπαιρνε το πρόσωπό του», H. Trevor-Roper, Χίτλερ – οι τελευταίες μέρες 1945, σελ. 115. (Σ.τ.ε.)
[28] «Ο Χίμλερ  τους διαβεβαίωσε ότι δεν είχε καμιά πρόθεση να πεθάνει ή ν’ αυτοκτονήσει, όπως είχε κάνει ο Χίτλερ. Αντιθέτως ήταν γεμάτος με ιδέες και ζωντάνια. Το μόνο που ήθελε ήταν μια συζήτηση με το στρατάρχη Μοντγκόμερι. Άφησε να εννοηθεί ότι σχεδίαζε να διαπραγματευτεί με τις Δυτικές Δυνάμεις να τον αφήσουν να ζήσει και του δώσουν κάποιες εξουσίες. Και φαινόταν σίγουρος ότι τα σχέδιά του θα πετύχαιναν. Όταν η σύσκεψη έληξε, ακόμα και οι επικεφαλής των Ες-Ες κουνούσαν τα κεφάλια τους με απογοήτευση, εκφράζοντας την έκπληξή τους με τις αυταπάτες του αρχηγού του Ράιχ. Μια εβδομάδα μετά το θάνατο του Χίτλερ, ο Χίμλερ υπήρχε ακόμα. Δεν ήταν πλέον αρχηγός του Ράιχ αλλά ένας αναποφάσιστος και αγράμματος άνθρωπος που είχε χάσει το νόημα της ζωής του και ακόμα δεν μπορούσε να παραδεχτεί ότι ζούσε μέσα στις ψευδαισθήσεις. Αφού δεν είχε διαθέσεις συνεργασίας από τους συμμάχους, έβαλε τα ρούχα του απλού στρατιώτη και πήγε προς ένα βρετανικό στρατόπεδο. Εκεί τον αναγνώρισαν, τον έγδυσαν, τον έψαξαν. Είχε αποφασίσει ότι η τελευταία του ευκαιρία πέρασε. Δάγκωσε μια κάψουλα με δηλητήριο και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα ήταν νεκρός», H. Trevor-Roper, Χίτλερ – οι τελευταίες μέρες 1945, σελ. 334-335. (Σ.τ.ε.)
[29] «Ο Ρούντολφ Ες κατά τη διάρκεια της εξέτασης περιέγραψε πώς γινόταν η εκπαίδευση των Ες-Ες, πώς τους επεξεργάζονταν και τους παραμόρφωναν ψυχικά, προετοιμάζοντάς τους για τον κατοπινό τους ρόλο, ως αυτομάτων εκτελεστών των διαταγών : Ο Φύρερ έχει πάντα δίκιο και η θέλησή του είναι υπόθεση ιερή για τον Ες-Ες. Κάθε διαταγή από ανώτερο, που είναι πάντοτε έκφραση απόφασης παρμένης στο ανώτατο κλιμάκιο της εξουσίας και αποτελεί πραγμάτωση της βούλησης του αλάθητου Φύρερ, πρέπει να εκτελείται χωρίς καμιά σκέψη. Όταν ακούς τη διαταγή, δεν μπορείς να την υποβάλλεις σε οποιαδήποτε σκέψη, δεν επιτρέπεται οποιαδήποτε ανάλυση του περιεχόμενού της, πρέπει να εκτελείται αμέσως. Ο Ες-Ες δεν έχει δικαίωμα κριτικής των εντολών που παίρνει. Είναι ανεπίτρεπτη, όχι μόνο οποιαδήποτε κριτική των αποφάσεων της ηγεσίας, αλλά και οποιαδήποτε άλλη σκέψη, πέρα από την ακριβή εκτέλεσή της. Καθετί που είναι ατομικό πρέπει να το καταπνίξεις μέσα σου, πρέπει να χάσεις το εγώ σου. Πρέπει να πιστεύεις φανατικά στον Φύρερ, όπως ο φανατικός πιστός πιστεύει στη θρησκεία του», R. Hoess, Αυτοβιογραφία, σελ. 39-40. (Σ.τ.ε.)