Τρίτη 11 Αυγούστου 2015

Για ένα βιβλίο που γράφτηκε το 2008....

Στο συγκεκριμένο βιβλίο περιγράφονται οι αναμνήσεις του Κόκκινου Λουκά, κατοίκου Άμφισσας, νομού Φωκίδας, από την σύλληψή του από τους Γερμανούς το 1944, την μεταγωγή του στο Χαϊδάρι, την μεταφορά του σε στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας (Νοεγκάμεν, Φάλκεζεν και Ζαξενχάουζεν) και την ελευθέρωσή του από τους Ρώσους το 1945.

Το βιβλίο αυτό τυπώθηκε το 2009 και έχει πια εξαντληθεί.

Περιέχει αρκετές μαρτυρίες για  την περίοδο του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και βρίσκεται πλέον στο διαδίκτυο και να μπορεί όποιος θέλει να το διαβάζει δωρεάν.

Ο συγγραφέας σημειώνει στην εισαγωγή του :
 "Εύχομαι για τις επόμενες γενιές να μην βιώσουν την πείνα, την ανέχεια, τον πόλεμο, το θάνατο, με τον τρόπο που τον βιώσαμε όλοι εμείς οι παλιοί. 
Εύχομαι να μην υπάρξει στο μέλλον ένας παρανοϊκός αρχηγός κράτους που να θελήσει να διαφυλάξει την καθαρότητα του έθνους του, ή να επιθυμήσει την παντοκρατορία. Κι αν ακόμα υπάρξει να μην βρει οπαδούς και μιμητές. 
Εύχομαι η ιστορία να μην επαναληφθεί. Να μην ξαναγίνει πόλεμος".
Ο Λουκάς Κόκκινος απεβίωσε στις 22/2/2020, πλήρης ημερών, σε ηλικία 92 ετών.

Δευτέρα 10 Αυγούστου 2015

Εισαγωγή του αφηγητή...

Ο Λουκάς Κόκκινος το έτος 2008
              Αγαπητέ αναγνώστη,

      Προχωρώ στην Β’ έκδοση της περιπέτειάς μου γιατί η Α’ έκδοση, που είχα συγγράψει πριν μερικά χρόνια εξαντλήθηκε. Το βιβλίο εκείνο γράφτηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα με αποτέλεσμα να μείνουν πολλά κενά. Βέβαια είναι πολλά τα γεγονότα που δε θυμάμαι, λόγω ένας ηλικίας μου των 80 ετών. 

      Έχουν περάσει περίπου 60 χρόνια από την περιπέτεια που ξεκίνησε στην πόλη καταγωγής μου, την Άμφισσα, συνεχίστηκε στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου και κορυφώθηκε σε 3 στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία (Νοεγκάμεν, Ζαξενχάουζεν και Φάλκεζεν).

      Δεν διεκδικώ τον τίτλο του συγγραφέα, αλλά ήθελα να γράψω αυτά που μου συνέβησαν. Όποιος  βίωσε τα χρόνια εκείνα ένας κατοχής, ανακρίσεις στο κτίριο ένας οδού Μέρλιν στην Αθήνα και επεβίωσε των στρατοπέδων συγκέντρωσης της Γερμανίας, δεν μπορεί να ξεχάσει. Οι εμπειρίες ήταν έντονες, βαθιές, χαραγμένες στη μνήμη και δυστυχώς, για τους επιζήσαντες, αλησμόνητες.

      Τώρα πια, όλα τα φρικτά γεγονότα εκείνης ένας περιόδου εμφανίζονται στην τηλεόραση ως ντοκιμαντέρ, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης έχουν γίνει μουσεία και μέρη επίσκεψης και φαντάζουν σαν ένα άσχημο και μακρινό παραμύθι. Οι νέοι πια τα αντιμετωπίζουν ως ιστορία και οι παλιοί τα ανασύρουν από τη μνήμη ένας, είτε επειδή τα έζησαν οι ίδιοι, είτε επειδή κάποιοι άλλοι τους τα διηγήθηκαν.

Κυριακή 9 Αυγούστου 2015

Σημειώσεις του επιμελητή...

      
Κοκκίνου Ευαγγελία,
κόρη του Λουκά Κόκκινου
Ο πατέρας μου είχε την τύχη ή την ατυχία να έχει εμπειρίες ζωής από μια ταραγμένη, για την περίοδο, Ελλάδα αλλά και για όλη την Ευρώπη. 


Τα χρόνια της κατοχής αλλά και το διάστημα εγκλεισμού του στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης τον φόρτωσαν με «εμπειρίες» από τις οποίες δεν βγαίνει κανείς αλώβητος. Τις κουβαλάει πάντα μαζί του και κατ’ επέκταση επηρεάζουν τη ζωή του αλλά και τη ζωή των γύρω του. Έχω σκεφτεί πολλές φορές ότι ο πατέρας μου ήταν θέμα τύχης που γλίτωσε από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και μπόρεσε να επιστρέψει στο σπίτι του, στην Άμφισσα. Είναι θέμα τύχης ακόμα και η ύπαρξή μας. Πολλοί ήταν αυτοί που δεν άντεξαν την πείνα, τις κακουχίες, τα βασανιστήρια, τις στερήσεις.

      Από μικρά παιδιά ακούγαμε τις ιστορίες του πατέρα μου, στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, σαν παραμύθια. Δεν είχαμε πιστέψει  αυτά που του συνέβησαν, μπορεί και να μη θέλαμε. Ήμασταν πολύ νέοι για να καθίσουμε ν’ ασχοληθούμε, να δώσουμε προσοχή. Τα χρόνια πέρασαν, ανοίξαμε τα φτερά μας και δεν επιστρέψαμε στην οικογενειακή εστία παρά πολλά χρόνια μετά. Δεν ξέραμε καν ότι ετοίμαζε την Α’ έκδοση του βιβλίου του. Μας το έδειξε όταν ήταν πια τυπωμένο. Η αλήθεια είναι ότι σοκαριστήκαμε μ’ αυτά που διαβάσαμε. Αισθάνθηκα υπερηφάνεια όταν πολλοί συντοπίτες μου Αμφισσείς με πλησίασαν και με συνεχάρησαν για το βιβλίο του πατέρα μου. Με πλησίασαν και μερικοί που με άφησαν να καταλάβω ότι αμφισβητούσαν τις περιπέτειές του πατέρα μου τα δύσκολα εκείνα χρόνια.

Σάββατο 8 Αυγούστου 2015

Τα πρώτα χρόνια της ζωής μου...


Άποψη της Άμφισσας, φωτογραφία του 1930
Ο Λουκάς Κόκκινος, γιος του Ευθυμίου και της Ευμορφίας γεννήθηκε στην Άμφισσα το 1928. 

Είμαι ο τελευταίος από τα 6 παιδιά της οικογένειας : Ηλίας, Γεώργιος, Άγγελος, Σπύρος, Σωτηρία και Λουκάς κατά σειρά γέννησης.
                 
      Μεγαλώσαμε και τα 6 αδέρφια στο σπίτι (προπολεμικά βέβαια) το οποίο βρισκόταν στην οδό Υλαίθου 15, τοποθεσία Μάρμαρα (ακροποταμιά). Αυτό το σπίτι ανήκε στους παππούδες μου και είναι ένα από τα πιο παλιά σπίτια που χρονολογούνται από την τουρκοκρατία. Είχε υπόγειο, ισόγειο και πρώτο όροφο. Στο υπόγειο βάζαμε τις ελιές που μαζεύαμε από τα κτήματα, το λάδι, το κρασί και το στάρι. Επίσης κατά τους χειμερινούς μήνες τα ζωντανά μας (αρνιά και γίδες). Στο ισόγειο ήταν ο στάβλος των αλόγων και άλλοι αποθηκευτικοί χώροι. Στον πρώτο όροφο βρίσκονταν τα λιτά μας υπνοδωμάτια. 

Πέμπτη 6 Αυγούστου 2015

Η σύλληψη και η μεταφορά μου στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου


Ο στρατιωτικός Δημήτριος Ψαρρός, 
φωτογραφία του 1930
      Μέχρι τον Φεβρουάριο του 1944 η περιοχή της Άμφισσας ήταν ανταρτοκρατούμενη. Γερμανοί υπήρχαν στη Λιβαδειά, τη Λαμία και τη Ναύπακτο αλλά όχι στην Άμφισσα. Αντάρτικα  ήταν ο Ε.Λ.Α.Σ. (Εθνικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός) και το 5/42 Σύνταγμα του Δ. Ψαρρού, στρατιωτικό τμήμα της Ε.Κ.Κ.Α.[1](Εθνική και Κοινωνική Απελευθέρωση). Όσoι μπορούσαν να φέρουν οπλισμό κατετάγησαν ή στον Ε.Λ.Α.Σ. ή στο Ψαρρό, δηλαδή στο 5/42 Σύνταγμα.

      Τα αδέλφια μου κατετάγησαν στο σύνταγμα του Ψαρρού, ο Σπύρος ήταν μάχιμος στο λόχο Πατυχάκη, ο Γιώργος στην εφεδρική ομάδα. Ο Ηλίας έβγαζε την κουραμάνα του συντάγματος στο αρτοποιείο μας. Εγώ βοηθούσα στο φούρνο και κρατούσα τα βιβλία που διένειμα στους λόχους την κουραμάνα.
      Ο Άγγελος ήταν δάσκαλος και είχε διοριστεί σε ένα χωριό στα Γιαννιτσά. Η μητέρα μου και η αδελφή μου έπλεκαν γάντια, κάλτσες και φανέλες για τους αντάρτες. Το βράδυ της Τρίτης 1η Φεβρουαρίου 1944 οι Γερμανοί ερχόμενοι από τη Λαμία καταλαμβάνουν την Άμφισσα. 
      Ο λόχος Πατυxάκη[2] μαζί με λόχο του ΕΛΑΣ είχε ενέδρα στη θέση 51ο  χλμ. της Εθνικής οδού Άμφισσας-Λαμίας, σε σημείο με μεγάλο υψόμετρο στο διάσελο μεταξύ Παρνασσού και Γκιώνας όπου βρίσκονται τα μεταλλεία βωξίτη[3]. Εκεί έγινε τρομερή μάχη[4]. Βέβαια υποχώρησαν οι αντάρτες, γιατί ο οπλισμός τους δεν ήταν ο κατάλληλος. Είχε ρίξει χιόνι και μοιράστηκαν σε ομάδες για να διανυκτερεύσουν σε σπηλιές ή σε καλύβες.

Τετάρτη 5 Αυγούστου 2015

Η μεταφορά μου στο Στρατόπεδο Συγκέντρωσης Νοενγκάμεν-Neuengamme (κοντά στο Αμβούργο)...

      Πρέπει να ήταν αρχές Ιουνίου 1944. Φύγαμε από τη Θεσσαλονίκη με κατεύθυνση την πρώην Γιουγκοσλαβία. 
Οι κρατούμενοι μεταφέρονταν στα στρατόπεδα 
συγκέντρωσης μ’ αυτού του τύπου τα βαγόνια τραίνων,
Μουσείο στρατοπέδου Νοενγκάμεν
Το τρένο δεν σταματούσε μέρα νύχτα παρά μόνο για λίγη ώρα, δεν θυμάμαι, κάθε δύο μέρες για να πάρουμε νερό και να αδειάσουμε τους κουβάδες με τις ακαθαρσίες. 

Ένα βράδυ τα μεσάνυχτα σταμάτησε και δεν ξεκίνησε ξανά. Πού είχαμε φτάσει δεν ξέραμε.

    Όταν ξημέρωσε ακούμε σφυρίχτρες και φωνές δυνατές. Στο βαγόνι πρέπει να είχα πατριώτες από την Άμφισσα, τον μπάρμπα Ηλία Σπανόπουλο, Ιωάννη Σούφρα, Καλπούζο, Τραχανά, ίσως και άλλους, δεν τoυς θυμάμαι. 
Δεν μπορούσαμε να δούμε έξω τι γίνεται, παρά μόνο από το φεγγίτη (παράθυρο μικρό) στην κορυφή του βαγονιού, που ήταν σφραγισμένο με σίδερα και αγκαθωτό συρματόπλεγμα, για να μην δραπετεύσουμε και να παίρνουμε αέρα.

      Εμένα και το Σούφρα διάλεξαν, που ήμασταν ελαφρύτεροι, να μας σηκώσουν στα χέρια για να δούμε πού βρισκόμαστε. Μόλις μας σήκωσαν, αντικρίσαμε καταρχήν μια λαοθάλασσα από κρατουμένους με ρούχα ριγέ, συντεταγμένους. Εκείνη την ώρα γινότανε προσκλητήριο. Είδαμε κρατουμένους να χτυπούν κρατουμένους. Δεν ξέραμε γιατί. Μετά βλέπουμε να βγαίνουν πάρα πολλοί κρατούμενοι από την κεντρική είσοδο για διάφορες εργασίες. Αυτός ο χώρος λεγόταν στρατόπεδο συγκέντρωσης αιχμαλώτων.[1]

Τρίτη 4 Αυγούστου 2015

Η μεταγωγή μου στα Στρατόπεδα Φάλκεζεν (Falkensee) και Ζαξενχάουζεν (Sachsenhausen)...

Είσοδος του στρατοπέδου Ζαξενχάζουζεν με τη
 γνωστή επιγραφή
«Η εργασία απελευθερώνει»
 Υπολογίζω περίπου ότι ήταν αρχές Ιουλίου 1944. Είχε περάσει περίπου ένας μήνας που βρισκόμασταν στο στρατόπεδο Νοεγκάμεν. 

Ένα πρωί φωνάζουν περίπου 500 άτομα με τα νούμερα, γιατί όπως έχω αναφέρει πριν, έπρεπε να ξέρεις το νούμερό σου. Εάν σε φωνάζανε και δεν έβγαινες, τότε έτρωγες αρκετό ξύλο.

Επίσης, έπρεπε να μάθεις και ορισμένα γερμανικά, δηλαδή πώς λένε καραβάνα, φαγητό, προσυναγερμό, συναγερμό, έξω, μέσα, επάνω, κάτω, δουλειά, γρήγορα και άλλα διότι είχαμε και καψόνια. 

Μας βάζουν στα βαγόνια προς άγνωστη κατεύθυνση και φτάνουμε στα προάστια του Βερολίνου, σε ένα μεγάλο στρατόπεδο, το Ζαξενχάουζεν[1].

      Παραμένουμε δύο μέρες, ο μήνας πρέπει να ήταν Ιούλιος, και από εκεί μας μεταφέρουν πέριξ του Βερολίνου σε ένα προάστιο που λέγονταν Φάλκεζεν[2]. Σε αυτή την αποστολή, συμπατριώτες είχα μόνο τον μπαρμπαΛιά Σπανόπουλο και τον Ιωάννη Σούφρα. Οι άλλοι είχανε μείνει στο Αμβούργο. Μας τοποθέτησαν σε παράγκες. Εκεί είχαμε καλύτερη μεταχείριση, διώροφα κρεβάτια και στο κάθε κρεβάτι μόνο ένας κοιμότανε.

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Στο δρόμο για την ελευθερία...


Πορεία θανάτου 
έξω από το Ζαξενχάουζεν 
      Διάνυσα το χειμώνας του 1944 (Νοέμβρης 1944 – Μάρτης 1945) στο στρατόπεδο Φάλκεζεν. Αρχές Απριλίου 1945 το μέτωπο άρχισε να καταρρέει. 

      Η πείνα όλο και δυνάμωνε, μερικές φορές δεν είχαν ούτε ψωμί να μας δώσουν. Ευτυχώς που είχαμε κρατουμένους Βέλγους, Ολλανδούς και Νορβηγούς και λαβαίνανε αυτοί δέματα από τον Ερυθρό Σταυρό και μας δίνανε το φαγητό τους, δηλαδή αυτή τη νερόσουπα, όχι βέβαια πάντοτε. 

      Δεν επέτρεπαν στον Ερυθρό Σταυρό να δίνει δέματα στα κράτη που είχαν κομμουνιστικό καθεστώς και τους πολεμούσαν. Έλεγαν ότι η Ελλάδα είχε κομμουνιστικό καθεστώς. 

      Οι βομβαρδισμοί γίνονταν μέρα νύχτα και τα μέτωπα προχωρούσαν από ανατολικά και δυτικά[1]. Τα νέα τα μαθαίναμε όλα στο εργοστάσιο. Τη γερανογέφυρα τη δούλευε μια πολωνέζα ελεύθερη εργάτρια. Δεν βάζανε από εμάς κανένα, για να μη δραπετεύσουμε. Τα μεσάνυχτα διπλάρωνε σε μια τσιμεντοκολόνα και έπαιρνε το σήμα άλλος πολωνός από κάτω και μας τα έλεγε, οπότε παίρναμε θάρρος.

       'Όταν φτάσανε οι Ρώσοι στην Πολωνία, σε ένα ποταμό καθυστέρησαν να τον περάσουν (πρέπει να ήταν ο ποταμός Όντερ). Αλλά μόλις τον πέρασαν, τότε το ηθικό μας αναπτερώθηκε και ελπίζαμε ότι, πρώτα ο θεός, θα ζήσουμε. Άρχιζαν να ακούγονται τα κανόνια τα Ρωσικά. Το εργοστάσιο συνέχιζε να δουλεύει. Οι πληροφορίες έλεγαν ότι εμείς θα πέσουμε στους Ρώσους. Διατρέχαμε όμως τον κίνδυνο να μας μεταφέρουν, όπως είχαμε ακούσει που έκαναν σε άλλα στρατόπεδα. Βέβαια πού να μας πάνε; Το τέρμα ήταν το Βερολίνο. Στα άλλα στρατόπεδα τους μετέφεραν, με αποτέλεσμα στο δρόμο να σκοτώνουν όποιον δεν μπορούσε να βαδίσει.

Κυριακή 2 Αυγούστου 2015

Μετά τον πόλεμο...

      Δυό μέρες μετά τον γυρισμό μου στην Άμφισσα, παρουσιάστηκα στο Γυμνάσιο και οι καθηγητές μου χαρήκανε πολύ που με βλέπανε ζωντανό, έπειτα από αυτή την περιπέτεια. 

      Αφού για πολύ ώρα με ρωτήσανε για τα διάφορα περιστατικά, στο τέλος μου λένε «να έρθεις αύριο να δώσεις εξετάσεις για να πάρεις τις δύο τάξεις που έχασες». Πράγματι έτσι και έγινε και με προβιβάσανε στην έκτη οκταταξίου και συνέχισα το σχολείο.

     Στο τέλος του 1945 λογομάχησε ο αδερφός μου ο Γιώργος με κάποιον Αμφισσιώτη, ο οποίος πήγε και του έφτιαξε φάκελο στην Αστυνομία σαν αριστερό. Στη συνέχεια στρατεύτηκε προς το τέλος το 1946, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου. Μετά τη βασική εκπαίδευση τους χωρίσανε, άλλους για τη Μακρόνησο και άλλους για τις επιχειρήσεις. Αυτόν τον ξεχωρίσαν για τη Μακρόνησο[1]. Τότε επενέβησαν οι εθνικόφρονες συμπατριώτες μας Αμφισσείς, που υπηρετούσανε και αυτοί και είπανε ότι αυτό είναι απαράδεκτο. «Ο Γιώργος ο Κόκκινος», είπανε, «ήταν αντάρτης στο 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων και στη συνέχεια όμηρος στη Γερμανία. Δεν έχει ο άνθρωπος καμιά σχέση με τους κομμουνιστές». Έτσι τον πήρανε πίσω, δηλαδή δεν πήγε στη Μακρόνησο. Αλλά καλύτερα να πήγαινε στη Μακρόνησο, παρά αυτά που τράβηξε στις επιχειρήσεις.

Σάββατο 1 Αυγούστου 2015

Η αναγνώριση της θυσίας μου...

      Η άδικη σύλληψη, η προσαγωγή μου στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου, ο βασανισμός μου στη Μέρλιν, ο εγκλεισμός μου στα άθλια στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας, η συνολική ταλαιπωρία μου και η  στέρηση της ελευθερίας μου για ενάμισι περίπου χρόνο, με γέμισαν θυμό, πέραν των σωματικών και ψυχολογικών προβλημάτων που μου κληροδότησαν τα χρόνια που πέρασαν. 

      Θεώρησα χρέος μου, σαν αντάλλαγμα των άσχημων καταστάσεων που πέρασα, να αναζητήσω τη δικαίωσή μου μέσα από τη δικαιοσύνη του ελληνικού και του γερμανικού κράτους.